Θεόφιλος Χατζημιχαήλ
Θεόφιλος Χατζημιχαήλ
"Το νόμισμα μιας ανεμώνας το εξαργυρώνει κανένας βλέποντας το"
Οδ.Ελύτης
Λίγο πριν το 1870 κάπου κοντά στον κόλπο του Ακλειδιού στη Λέσβο,γεννήθηκε ο μεγάλος λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος.Ενα παιδί διαφορετικό από τα άλλα της γειτονιάς του κι αργότερα μεγαλώνοντας ένας άνδρας που ήταν γραφτό ανεβαίνοντας τον προσωπικό του Γολγοθά, να καταλήξει στην ψηλότερη κορυφή της Ελληνικής Τέχνης, δημιουργώντας ένα έργο που γνώρισε την αποδοχή και τον Παγκόσμιο θαυμασμό.Και μιλώ βέβαια για το έργο του γιατί για τον ίδιο όσο ζούσε,ο Θαυμασμός, η ισότιμη αντιμετώπιση, η ακόμη και μια απλή γλυκιά κι ανθρώπινη συμπεριφορά από τους πολλούς, ήταν έννοιες άγνωστες.
Μεγάλωσε μέσα σε μιά ατμόσφαιρα γεμάτη κοροϊδίες και πειράγματα, κερδίζοντας διάφορους "τίτλους" όπως αχμάκης δηλαδή ακαμάτης ,άχρηστος, και άλλες που από νωρίς τον οδήγησαν σιγά σιγά στην απομάκρυνση από τον κόσμο των άλλων και την αυτοαπομόνωση.Κι έτσι το αποκούμπι του έγινε η ζωγραφική και οι ιστορίες!Ο άνθρωπος που φαίνεται να λάτρεψε περισσότερο ήταν ο παππούς του από την μάνα του Πηνελόπη Χατζημιχαήλ, που ήταν αγιογράφος.Και εκεί μαζί του, πότε μπροστά στις ξύλινες επιφάνειες με τις φοβερές μορφές των αγίων μυρίζοντας τα χρώματα, πότε στα γόνατα του παππού ακούγοντας ιστορίες για την Ελλάδα και τους μυθικούς ήρωες, έχτισε σιγά σιγά ένα δικό του σπίτι, με θεμέλια πανίσχυρα παρ'όλα αυτά, αφού σαν κύριο υλικό τους είχαν την ίδια την ουσία της Ελλάδας, ειδωμένη με τα αιώνια παιδικά του μάτια.
Και πρέπει να ήταν κάποιες τέτοιες στιγμές την ώρα που ο ήλιος ανέβαινε πάνω από τους πέτρινους όγκους της Ανατολής και η πρώτη ακτίνα χάιδευε τα νερά του κόλπου της Γέρας,που ένα παράξενο θαύμα συνέβαινε.Ενα απίστευτο μίγμα αθωότητας, λευκότητας και αισθητικής πρωτοτυπίας πρέπει να τρύπωνε στο παιδικό του κεφάλι, και ήταν εκείνο που τη ζωή του μεν την έκανε δύσκολη, αφού τον ανάγκασε σαν τρελό του χωριού να ζεί σαν γυρολόγος φτωχικά εδώ κι εκεί, αλλά από την άλλη μεριά έδωσε στις γραμμές και στα χρώματα του εκείνο το ρεύμα που χωρίς καμιά επιδίωξη οδηγούσε με ακρίβεια στις γειτονιές της αιωνιότητας.
Μεγαλώνοντας ο Θεόφιλος ένοιωθε μέσα του να μεγαλώνει κι η Ελλάδα αλλά κι αλήθεια της που τον έτρωγε από μικρό.Κι έτσι στις αποκριές του 1887 ντύθηκε φουστανελάς αποφασίζοντας να ταυτιστεί με ότι λάτρευε, παίρνοντας την απόφαση να πληρώσει το κόστος.Κι όταν οι αποκριές πέρασαν αυτός δεν άλλαξε ρούχο."Εγώ φράγκικα δεν φοράω έλεγε, Φράγκος δεν είμαι!" Και όλοι αυτοί που ντύνονταν φράγκικα, ήταν αυτοί που τον περιγελούσαν για την επιμονή του να φοράει ρούχο Ελληνικό!Όλα αυτά μάλλον πρέπει να τον έκαναν να πάρει την απόφαση να φύγει λίγο μετά για τη Σμύρνη και να γίνει καβάσης στο Ελλ.Προξενείο.Κι ύστερα από πολλά χρόνια, κάπου στο 1907 να εμφανιστεί στο Πήλιο και να αρχίσει να ζωγραφίζει με μανία.Ξύλινες επιφάνειες, λαμαρίνες, τενεκέδες, τοίχοι, σκάλες, κασέλες κι ότι άλλο μπορεί να βάλει ο νους ήταν μέρη κατάλληλα για να ψάξει μέσα στην ψυχή του, και να ακουμπήσει εκεί την αλήθεια του με όποιον τρόπο μπορούσε.Ζωγραφιές απλές ταπεινές,λιτές που συνήθως λίγοι πρόσεχαν και ελάχιστοι εκτιμούσαν.Πολλές μάλιστα από αυτές σκεπάστηκαν από πάνω με ασβέστη!Που νάξεραν!
Ύστερα από λίγο επιστρέφει στη Μυτιλήνη, ξεκινώντας την δεύτερη περίοδο της ζωγραφικής του,πάντα ζώντας στην απομόνωση και ζωγραφίζοντας κυριολεκτικά για ένα πιάτο φαΐ , κι ούτε καν.
Μέχρι που κάποια στιγμή κάποια έργα του πέφτουν στα χέρια του ζωγράφου Γιώργου Γουναρόπουλου και από εκεί στα χέρια του Ε.Τerriade ,ενός Μυτιληνιού συλλέκτη , από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες στο χώρο της τέχνης εκείνη την εποχή!Κι έτσι κάποιο βράδυ μαγικό στο Παρίσι, ο μέγας Τζιακομέτι, ο Οδ.Ελύτης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος γνωρίζουν την ζωγραφική του Θεόφιλου που τους αποκαλύπτεται με δέος από τον συγκινημένο Τerriade.
Ο Τerriade αμέσως έρχεται στην Ελλάδα και ψάχνοντας εδώ κι εκεί συναντά κάπου στη Μυτιλήνη το Θεόφιλο με τη βρώμικη φουστανέλα του και συμφωνεί μαζί του να του δίνει ότι χρειαστεί, κι αυτός να ζωγραφίζει ότι και όσο νομίζει και να πηγαίνει τα έργα στον αδερφό του.Αυτή είναι και η τρίτη και ωριμότερη περίοδος του.Η στιγμή που ανάμεσα στις μορφές των Καραισκακηδων, των Μεγαλέξανδρων, της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου, αποδίδεται πάνω στα έργα με τελειότητα το Ελληνικό φώς μαζί με την ψυχή του μεγάλου ζωγράφου.Και ενώ ο Terriade ετοιμάζεται να ξαναέρθει στη Μυτιλήνη το καλοκαίρι του 1934 για να δει τον Θεόφιλο (χρονιές μεγάλης οικονομικής κρίσης και φτώχειας για την πτωχευμένη Ελλάδα), την Μεγάλη Εβδομάδα εκείνου του Πάσχα τον βρίσκουν νεκρό λίγο μετά τα 60 του, στο μικρό βρώμικο δωματιάκι που ψευτοζούσε, δίπλα σε ένα πιατάκι φαγητό, που είχε πάρει δυό μέρες πριν απο τη νύφη του που τον πρόσεχε λιγακι, την Κυριακη των Βαίων."Ηταν λιγάκι κουρασμένος και στενοχωρημένος" της είχε πει πριν φύγει για να πάει να ξεκουραστεί.
Την επόμενη χρονιά ο Α.Εμπειρίκος κι ο Ο.Ελύτης έρχονται στη Μυτιληνη και συλλέγουν ότι υλικό η πληροφορία, αλλά και όποιο έργο του μπορούν να βρουν και να σώσουν αποφασίζοντας να κάνουν ότι χρειαστεί για την ζωγραφική του Θεόφιλου.
Λίγα χρόνια μετά οι εκθέσεις Θεόφιλου στη Ζυρίχη, στο Αμστερνταμ και φυσικά στις αίθουσες του Λούβρου στο Παρίσι, φέρνουν στην θέα των πολλών τα αριστουργήματά του και μαζί τους ένα δυνατό άρωμα Ελλάδας.Και στα μέσα της δεκαετίας του '60, το Μουσείο Θεόφιλου στην πατρίδα του Λέσβο, είναι η στιγμή της τελικής δικαίωσης!
Τι ήταν όμως ο Θεόφιλος και το έργο του;
Θα προσπαθήσω να το πώ απλά όπως το αισθάνομαι χωρίς καμιά ανάλυση τεχνικής που έτσι κι αλλιώς δεν είναι ο στόχος μου.
Ο ζωγράφος Θεόφιλος όπως και ο άνθρωπος είναι ένας καλλιτέχνης που δεν χωράει σε καλούπια.Δεν είναι ναιφ, δεν είναι βέβαια ρεαλιστής ,δεν είναι εξπρεσιονιστής, ούτε εμπρεσιονιστής.Είναι απλά ο Θεόφιλος.Είναι οι σκιές και τα χρώματα μιας υπερηφάνειας σιωπηλής, ταπεινής αλλά βαθιά χαραγμένης στα κύτταρά του.Δεν ανήκει πουθενά γιατί το λαμπερά αληθινό, το συγκλονιστικά γνήσιο, το απέραντα βαθύ μέχρι τη σμαραγδένια λάμψη ενός τρελού προσωπικού παραδείσου σε ποιά τεχνοτροπία κολλάει;Σίγουρα σε κείνη
την "απ αλλού",που χυμάει κι αρπάζει το βλέμμα σου, αναγκάζοντας σε να ξεχωρίσεις το αληθινό από το καλοφτιαγμένο,"το ονειρώδες από το όνειρο το ίδιο"!
Αυτό που τον έκανε να ζωγραφίζει ήταν η μέσα του φωνή.Αυτή που μόνο εκείνος άκουγε, και που ποιος ξέρει από πόσο βαθιά ερχόταν κι ανέβαινε.
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για αδυναμίες τεχνικής.Όμως ο Θεόφιλος συνομιλούσε με το χρώμα και το φως, με μια γλώσσα μοναδικά κι ανεπανάληπτα Ελληνική.Και στην γραμματική αυτής της γλώσσας ο μόνος κανόνας, είναι η ελευθερία που καταργεί τα όρια της δισδιάστατης προοπτικής επιδιώκοντας το απόλυτο, το μη εφικτό."Όλα πρέπει να φαίνονται" έλεγε στους κριτές του, κι όταν τον κατηγόρησαν για ένα όρθιο καρβέλι που είχε ζωγραφίσει, ότι κινδύνευε να πέσει είπε:"Μόνο τα αληθινά ψωμιά πέφτουν"!Δείχνοντας μες την αμορφωσιά του, την απέραντη σοφία του και το πόσο καταλάβαινε ότι τα έργα τέχνης έχουν τη δική τους αυτόνομη ζωή, τις δικές τους εσωτερικές σχέσεις και διαλόγους, τα δικά τους ζητούμενα.Και πως η αρχική αιτία που τα δημιούργησε δεν ήταν παρά μόνον η αφορμή.
Έτσι λοιπόν με όπλα την αλήθεια και την αθωότητα, ο Θεόφιλος, αυτός ο Παπαδιαμάντης της ζωγραφικής, εισβάλει με φόρα στο χώρο της μοντέρνας τέχνης, καταργώντας κανόνες και όρια.Περνάει με την παιδική του ψυχή με ευκολία το μάτι της βελόνας, και μάλιστα τραβώντας κι εμάς μαζί του.Αποδεικνύοντας ότι οι όποιες αναλύσεις και ερμηνείες συμβολισμών, αλλά και η φιλολογία περί τεχνοτροπιών προσφέρουν μεν γνώσεις, γνώσεις όμως από τις οποίες πρέπει κανείς να απαλλαγεί ακριβώς πριν την μυσταγωγία. Με τον ίδιο τρόπο που κανείς αφήνει τα ρούχα, τις σκέψεις και τις ενοχές του να πέσουν στο πάτωμα, πριν τον έρωτα.
(Πηγή: Γ. Σαρρής, http://giorgossarris.blogspot.com/2010/04/blog-post_05.html )