Η Διαθεµατική Προσέγγιση στη Διδασκαλία της Φυσικής Αγωγής.
Δρ. Δηµήτρης Μυλώσης
ΤΕΦΑΑ, Δηµοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης
Διεύθυνση επικοινωνίας:
Ερυθραίας 5
55132 Θεσσαλονίκη
e – mail: dmilosis@sch.gr
Περίληψη
Τα τελευταία χρόνια µε σκοπό την αναβάθµιση της ποιότητας της εκπαίδευσης, η διαθεµατικότητα αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα στη σύνταξη των αναλυτικών προγραµµάτων από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Η διαθεµατικότητα αναφέρεται στην ενοποίηση δύο ή περισσότερων επιστηµονικών περιοχών µε σκοπό την αύξηση της µάθησης σε κάθε περιοχή. Υποστηρίζεται ότι η διαθεµατική διδασκαλία οδηγεί σε ολιστική και πραγµατική γνώση, που συνδεόµενη µε την πραγµατικότητα, αξιοποιείται στην καθηµερινή ζωή. Η διαθεµατική προσέγγιση διακρίνεται από την παραδοσιακή διδασκαλία ως προς το περιεχόµενο αλλά και ως προς τη µέθοδο της διδασκαλίας. Για την αξιολόγηση των µαθητών στη διαθεµατική διδασκαλία, χρησιµοποιούνται εναλλακτικές µέθοδοι που περιλαµβάνουν καθορισµένα κριτήρια όπως φάκελο εργασιών των µαθητών, σχέδια εργασίας, παρατήρηση, αυτο-αξιολόγηση. Ως προς την εφαρµογή της διαθεµατικής προσέγγισης στη Φυσική Αγωγή (ΦΑ) δύο µορφές ενοποίησης έχουν προταθεί από τους ειδικούς, η εσωτερική (µέσα στο πεδίο της ΦΑ) και η εξωτερική (ενοποίηση µε άλλα γνωστικά περιεχόµενα). Για την εφαρµογή διαθεµατικών προσεγγίσεων σε διάφορα µαθήµατα και στη ΦΑ, αναπτύχθηκαν από τους ειδικούς θεωρητικά µοντέλα. Λόγω της δυσκολίας όµως στην ερευνητική εφαρµογή και αξιολόγηση ανάλογων µοντέλων, ελάχιστα είναι τα ερευνητικά δεδοµένα που υποστηρίζουν τις υποθέσεις, για θετικές επιδράσεις σε εκπαιδευτικές µεταβλητές από την εφαρµογή διαθεµατικών προγραµµάτων. Μελλοντικά προτείνεται ο σχεδιασµός, η εφαρµογή και η αξιολόγηση διαθεµατικών παρεµβάσεων ερευνητικά, ως προς τις επιδράσεις τους στο γνωστικό, συναισθηµατικό και συµπεριφορικό τοµέα των µαθητών σε διαφορετικούς χώρους δράσης (π.χ., σχολείο, σπορ, οικογένεια) και σε διαφορετικούς τοµείς ανθρώπινων ενεργειών (π.χ., επίτευξη, υπευθυνότητα, υγιεινές συµπεριφορές).
Λέξεις κλειδιά: διεπιστηµονική προσέγγιση, διαθεµατική προσέγγιση, φυσική αγωγή
Integrated Approach in Teaching Physical Education
Dimitris Milosis Department of Physical Education and Sport Science, Democritus University of Thrace, Komotini, Hellas
Abstract
The last years aiming at the reform of quality of education, integration constituted the central axis in the syntax of the curriculum from the Pedagogic Institute in Greece. The cross-thematic integration refers to the integration of two or more subject areas with the goal of fostering enhanced learning in each area. It is supported that the integrated approach in teaching leads to holistic and real knowledge, which connects with the reality, turn to advantage in the daily life. The integrated approach in teaching differentiated from the traditional way of teaching as for the content but also as for the methods. For the evaluation of students in the integrated approach, alternative methods are employed that include concrete criteria as students’ portfolios, projects, observation and self-assessment. As for the application of integrated approach in the Physical Education (PE) two forms of integration have been proposed by the experts, internal (within the field of PA) and external (integration with other subject matter). For the implementation of integrated approaches in various subjects and in PA, theoretical models have been developed by the experts. However because of the difficulty in the experimental implementation and evaluation of such models, the data that support the assumptions for positive effects in education from the application of integrated programs are not convincing. Future research should be directed toward examining the implementation and the evaluation of integrated interventions and their effects in the cognitive, emotional and behavioural domain of students in different contexts (e.g., school, sport, family) and in different domains of human action (e.g., achievement, responsibility, healthy behaviours).
Key words: Interdisciplinary approach, integrated approach, physical education
Γενική Εισαγωγή
Ο κυριότερος στόχος της παραδοσιακής εκπαίδευσης είναι ο εφοδιασµός των µαθητών µε πληθώρα θεωρητικών γνώσεων, που θα είναι σε θέση να ανασύρουν την κατάλληλη στιγµή, ως ενήλικες πλέον και να δώσουν λύσεις στα προβλήµατα που ενδέχεται να τους απασχολήσουν. Για την επίτευξη αυτού του στόχου έχει δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην ορθολογική οργάνωση του περιεχοµένου της διδασκαλίας σε αναλυτικά προγράµµατα, στην αυστηρή οριοθέτηση των µαθηµάτων, στην κατάτµηση της ύλης και βέβαια σε µια παιδαγωγική στηριγµένη στο λόγο, στην αυθεντία του δασκάλου και στην «ιερότητα» της γνώσης των σχολικών εγχειριδίων (Χρυσαφίδης, 1998). Η πολυδιάσπαση των διδακτικών περιεχοµένων σε πολλούς επιµέρους επιστηµονικούς τοµείς που παρατηρείται στο σχολείο, κατακερµατίζει την ανθρώπινη σκέψη και την καθιστά αφηρηµένη, αποσπασµατική ξεκοµµένη από το πλαίσιο που τη γέννησε, άσχετη µε τις εµπειρίες των µαθητών. Σαν αποτέλεσµα οι µαθητές µην έχοντας την ευκαιρία να συλλάβουν τα κοινά σηµεία των επιστηµών, τις προεκτάσεις και τις συνέπειές τους στους άλλους επιστηµονικούς κλάδους, παραµένουν αδιάφοροι για τη γνώση αυτής της µορφής αλλά και ανίκανοι να την αξιοποιήσουν για νέες µορφές σκέψης και δράσης (Ματσαγγούρας, 2002).
Αντίθετα στην προοδευτική εκπαίδευση αυτή η προσπάθεια θεωρείται µάταιη επιδίωξη και υποστηρίζεται ότι ο µαθητής πρέπει να µάθει τον τρόπο που αποκτιέται η γνώση, να ασκεί δηλαδή τις ικανότητες που θα τον οδηγούν στην κατάκτηση της επιστηµονικής αλήθειας (Χρυσαφίδης, 1998). Στην περίπτωση αυτή µάθηση δε σηµαίνει κυρίως µετάδοση γνώσεων, αλλά αλληλεπίδραση των γεγονότων µέσα στο περιβάλλον του ανθρώπου. Το σχολείο πρέπει να είναι µαθητοκεντρικό, κοινωνιοκεντρικό και βιωµατικό, µε όλους τους συντελεστές του συµµέτοχους, χώρος ελκυστικός και όχι µόνο χώρος στερεότυπης διδασκαλίας, χώρος καλλιέργειας της δηµιουργικότητας του µαθητή (Αλαχιώτης, 2002).
Σε αυτήν την κατεύθυνση η συζήτηση για την καλύτερη οργάνωση των Αναλυτικών Προγραµµάτων Σπουδών (Α.Π.Σ.), κατευθύνεται όλο και περισσότερο προς την ολιστική και διαθεµατική προσέγγιση της γνώσης µε µεθοδολογίες ανακάλυψης, συµµετοχικές και βιωµατικές. Αυτή η προσέγγιση της γνώσης ανάγει την αποσπασµατική γνώση-που συνεπάγεται ο πλήρης διαχωρισµός των γνωστικών αντικειµένων-σε ολιστική και πραγµατική γνώση, που συνδεόµενη µε την πραγµατικότητα, αξιοποιείται στην καθηµερινή ζωή (Καρατζιά-Σταυλιώτη, 2002).
Ορολογία διαθεµατικής διδασκαλίας
Διεθνής βιβλιογραφία. Πλήθος όρων χρησιµοποιούνται στη διεθνή βιβλιογραφία για την περιγραφή αυτής της εκπαιδευτικής προσέγγισης, όπως integrated, inter-disciplinary, cross-disciplinary, multidisciplinary, pluridisciplinary, transdisciplinary (Cone, & Cone, 1999a). Οι όροι inderdisciplinary και integrated έχουν χρησιµοποιηθεί σαν συνώνυµοι αλλά και για να διαχωρίσουν κριτικά διαφορετικά αναλυτικά προγράµµατα και µοντέλα διδασκαλίας. Παρότι σε µια διεπιστηµονική προσέγγιση γίνονται συνδέσεις µεταξύ επιστηµονικών περιοχών, η ακεραιότητα των επιστηµονικών περιοχών παραµένει ευκρινής και δίνεται µεγάλη προσοχή σε µοναδικά χαρακτηριστικά και διαφορές µεταξύ τους. Σε ένα διαθεµατικό αναλυτικό πρόγραµµα οι διαφορετικές γνωστικές περιοχές χάνουν την ευκρίνειά τους µέσα σε ένα ενιαίο σύνολο.
Ελληνική βιβλιογραφία. Στον Ελλαδικό χώρο, οι όροι που χρησιµοποιήθηκαν κατά καιρούς ήταν ενιαία συγκεντρωτική διδασκαλία, συγκεντρωτική διδασκαλία, ενιαία διδασκαλία, ολική διδασκαλία, κέντρα ενδιαφέροντος, περιβαλλοντική µελέτη, διαθεµατική προσέγγιση. Από το Ματσαγγούρα (2002), προτείνονται οι ακόλουθοι ορισµοί της διεπιστηµονικότητας, της διαθεµατικότητας και της ενιαιοποίησης.
Διεπιστηµονικότητα (inter-disciplinarity): Τρόπος οργάνωσης του Α.Π.Σ., που διατηρεί τα διακριτά µαθήµατα ως πλαίσια επιλογής και διάταξης της σχολικής γνώσης, αλλά επιχειρεί µε ποικίλους τρόπους να συσχετίσει µεταξύ τους το περιεχόµενο των διακριτών µαθηµάτων.
Διαθεµατικότητα (cross-thematic integration): Τρόπος οργάνωσης του Α.Π.Σ., που καταργεί ως πλαίσια επιλογής και οργάνωσης της σχολικής γνώσης τα διακριτά µαθήµατα και αντιµετωπίζει τη γνώση ως ενιαία ολότητα, την οποία προσεγγίζει µέσα από τη (συλλογική συνήθως) διερεύνηση θεµάτων, ζητηµάτων και προβληµατικών καταστάσεων, που παρουσιάζουν µε τα κριτήρια των µαθητών ενδιαφέρον (cross curricular themes, thematic integration, unit approach, topic approach, integrated day).
Ενιαιοποίηση (integration): Αναφέρεται στην εσωτερική συνοχή και την οµαλή ροή τόσο εντός των ενοτήτων και µεταξύ των ενοτήτων του αυτού µαθήµατος που διδάσκεται σε διαφορετικές τάξεις, όσο και στις αλληλοδιάδοχες βαθµίδες εκπαίδευσης.
Σύµφωνα µε το Θεοφιλίδη (1997), διαθεµατική προσέγγιση, είναι η µορφή διδασκαλίας κατά την οποία από τη µια το περιεχόµενο διδασκαλίας ενιαιοποιείται και από την άλλη η διδασκαλία είναι εργαστηριακής και ευρηµατικής µορφής. Πρόκειται δηλαδή για µια εκπαιδευτική καινοτοµία τόσο ως προς το περιεχόµενο της διδασκαλίας όσο και ως προς τη µέθοδο εργασίας (Θεοφιλίδης, 1997).
Σχετικές θεωρίες
Περιεχόµενο διδασκαλίας κατά τη διαθεµατική προσέγγιση
Ενιαιοποίηση διδασκαλίας σηµαίνει κατάργηση των ξεχωριστών µαθηµάτων και αντικατάστασή τους από εργασία διαθεµατικής µορφής, δηλαδή εργασία που σχετίζεται συγχρόνως µε διαφορετικά µαθήµατα του αναλυτικού προγράµµατος. Με αυτόν τον τρόπο τα σχολικά µαθήµατα αλληλοσυσχετίζονται, αλληλοσυµπληρώνονται, κατανοούνται καλύτερα και η σχολική γνώση βαθµιαία ενιαιοποιείται, µε αποτέλεσµαο µαθητής να αποκτά µια ολιστική εικόνα της πραγµατικότητας. Έτσι, το ωρολόγιο πρόγραµµα στην παραδοσιακή του µορφή, δηλαδή µε σαφώς καθορισµένες χρονικές περιόδους για κάθε µάθηµα παύει να ισχύει. Όταν µια οµάδα παιδιών εργάζεται µε βάση τη διαθεµατική προσέγγιση για µια ορισµένη χρονική περίοδο, τα ξεχωριστά µαθήµατα καταργούνται για την περίοδο αυτή και η εργασία που κάνουν σχετίζεται µε δραστηριότητες διαθεµατικής µορφής (Θεοφιλίδης, 1997). Πρέπει ωστόσο να διευκρινιστεί ότι η κατάργηση των διακριτών µαθηµάτων δε σηµαίνει και κατάργηση των γνώσεων που αυτά αντιπροσωπεύουν. Τα διακριτά µαθήµατα καταργούνται ως πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης, εξακολουθούν όµως να αποτελούν το χώρο άντλησης της σχολικής γνώσης. Σε αυτήν την περίπτωση ως πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης, αντί των διακριτών µαθηµάτων, αξιοποιούνται θέµατα, ζητήµατα και προβλήµατα, που παρουσιάζουν είτε προσωπικό ενδιαφέρον για τους µαθητές είτε γενικότερο ενδιαφέρον για την κοινωνία και τον πολιτισµό (Ματσαγγούρας, 2002α).
Το επίκεντρο της διδασκαλίας και της µάθησης σε αυτά τα προγράµµατα σπουδών, γίνονται οι έννοιες που µπορούν να ληφθούν υπόψη και να εφαρµοστούν σε καινούργια αλλά σχετιζόµενα περιεχόµενα. Το θέµα γίνεται το εκφραστικό µέσο, που επιτρέπει τους µαθητές να εφαρµόσουν καινούργια γνώση σε προγενέστερη γνώση, καθώς ενοποιούν τη σκέψη τους γύρω από µεγαλύτερες ιδέες που µεταφέρονται διαµέσου του χρόνου και των πολιτισµών. Με αυτόν τον τρόπο η µελέτη θα έχει περισσότερο βάθος, σχολαστικότητα και προσωπική σχετικότητα και η διαδικασία προβληµατισµού θα έχει ένα χαρακτήρα παρακίνησης. Θα κρατάει το ενδιαφέρον των µαθητών επειδή το θέµα είναι σχετικό µε τη ζωή τους και επειδή αναπτύσσουν και υποστηρίζουν την ατοµική τους ανάλυση για το θέµα (Erickson, 1998).
Μερικές από τις θεµελιώδεις έννοιες διαφόρων επιστηµών, οι οποίες σύµφωνα µε το Διαθεµατικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραµµάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.), µπορεί να αποτελέσουν βασικούς κρίκους οριζόντιας διασύνδεσης των µαθηµάτων (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2001) είναι οι εξής:
Από τον Bοyer (1995) έχουν προταθεί ανάλογα θέµατα που µπορούν να αποτελέσουν βάση για την ανάπτυξη ολοκληρωµένων προγραµµάτων σπουδών όπως: ο κύκλος της ζωής, η χρήση των συµβόλων, µέλη σε οµάδες, η αίσθηση του χρόνου, ανταπόκριση στην αισθητική, σχέσεις µε τη φύση, παραγωγή και κατανάλωση, ζώντας για ένα σκοπό. Επίσης η Noddings (1992) προτείνει τα εξής θέµατα: ο εαυτός µας (υγεία, επάγγελµα, ελεύθερος χρόνος κτλ), το φυσικό περιβάλλον (ζώα, φυτά κλπ.), οι κοντινές κοινωνικές σχέσεις (οικογένεια, φίλοι, σύζυγοι), οι µακρινοί άλλοι (άλλες χώρες, άλλοι λαοί και πολιτισµοί κλπ.).
ΤΕΦΑΑ, Δηµοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης
Διεύθυνση επικοινωνίας:
Ερυθραίας 5
55132 Θεσσαλονίκη
e – mail: dmilosis@sch.gr
Περίληψη
Τα τελευταία χρόνια µε σκοπό την αναβάθµιση της ποιότητας της εκπαίδευσης, η διαθεµατικότητα αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα στη σύνταξη των αναλυτικών προγραµµάτων από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Η διαθεµατικότητα αναφέρεται στην ενοποίηση δύο ή περισσότερων επιστηµονικών περιοχών µε σκοπό την αύξηση της µάθησης σε κάθε περιοχή. Υποστηρίζεται ότι η διαθεµατική διδασκαλία οδηγεί σε ολιστική και πραγµατική γνώση, που συνδεόµενη µε την πραγµατικότητα, αξιοποιείται στην καθηµερινή ζωή. Η διαθεµατική προσέγγιση διακρίνεται από την παραδοσιακή διδασκαλία ως προς το περιεχόµενο αλλά και ως προς τη µέθοδο της διδασκαλίας. Για την αξιολόγηση των µαθητών στη διαθεµατική διδασκαλία, χρησιµοποιούνται εναλλακτικές µέθοδοι που περιλαµβάνουν καθορισµένα κριτήρια όπως φάκελο εργασιών των µαθητών, σχέδια εργασίας, παρατήρηση, αυτο-αξιολόγηση. Ως προς την εφαρµογή της διαθεµατικής προσέγγισης στη Φυσική Αγωγή (ΦΑ) δύο µορφές ενοποίησης έχουν προταθεί από τους ειδικούς, η εσωτερική (µέσα στο πεδίο της ΦΑ) και η εξωτερική (ενοποίηση µε άλλα γνωστικά περιεχόµενα). Για την εφαρµογή διαθεµατικών προσεγγίσεων σε διάφορα µαθήµατα και στη ΦΑ, αναπτύχθηκαν από τους ειδικούς θεωρητικά µοντέλα. Λόγω της δυσκολίας όµως στην ερευνητική εφαρµογή και αξιολόγηση ανάλογων µοντέλων, ελάχιστα είναι τα ερευνητικά δεδοµένα που υποστηρίζουν τις υποθέσεις, για θετικές επιδράσεις σε εκπαιδευτικές µεταβλητές από την εφαρµογή διαθεµατικών προγραµµάτων. Μελλοντικά προτείνεται ο σχεδιασµός, η εφαρµογή και η αξιολόγηση διαθεµατικών παρεµβάσεων ερευνητικά, ως προς τις επιδράσεις τους στο γνωστικό, συναισθηµατικό και συµπεριφορικό τοµέα των µαθητών σε διαφορετικούς χώρους δράσης (π.χ., σχολείο, σπορ, οικογένεια) και σε διαφορετικούς τοµείς ανθρώπινων ενεργειών (π.χ., επίτευξη, υπευθυνότητα, υγιεινές συµπεριφορές).
Λέξεις κλειδιά: διεπιστηµονική προσέγγιση, διαθεµατική προσέγγιση, φυσική αγωγή
Integrated Approach in Teaching Physical Education
Dimitris Milosis Department of Physical Education and Sport Science, Democritus University of Thrace, Komotini, Hellas
Abstract
The last years aiming at the reform of quality of education, integration constituted the central axis in the syntax of the curriculum from the Pedagogic Institute in Greece. The cross-thematic integration refers to the integration of two or more subject areas with the goal of fostering enhanced learning in each area. It is supported that the integrated approach in teaching leads to holistic and real knowledge, which connects with the reality, turn to advantage in the daily life. The integrated approach in teaching differentiated from the traditional way of teaching as for the content but also as for the methods. For the evaluation of students in the integrated approach, alternative methods are employed that include concrete criteria as students’ portfolios, projects, observation and self-assessment. As for the application of integrated approach in the Physical Education (PE) two forms of integration have been proposed by the experts, internal (within the field of PA) and external (integration with other subject matter). For the implementation of integrated approaches in various subjects and in PA, theoretical models have been developed by the experts. However because of the difficulty in the experimental implementation and evaluation of such models, the data that support the assumptions for positive effects in education from the application of integrated programs are not convincing. Future research should be directed toward examining the implementation and the evaluation of integrated interventions and their effects in the cognitive, emotional and behavioural domain of students in different contexts (e.g., school, sport, family) and in different domains of human action (e.g., achievement, responsibility, healthy behaviours).
Key words: Interdisciplinary approach, integrated approach, physical education
Γενική Εισαγωγή
Ο κυριότερος στόχος της παραδοσιακής εκπαίδευσης είναι ο εφοδιασµός των µαθητών µε πληθώρα θεωρητικών γνώσεων, που θα είναι σε θέση να ανασύρουν την κατάλληλη στιγµή, ως ενήλικες πλέον και να δώσουν λύσεις στα προβλήµατα που ενδέχεται να τους απασχολήσουν. Για την επίτευξη αυτού του στόχου έχει δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην ορθολογική οργάνωση του περιεχοµένου της διδασκαλίας σε αναλυτικά προγράµµατα, στην αυστηρή οριοθέτηση των µαθηµάτων, στην κατάτµηση της ύλης και βέβαια σε µια παιδαγωγική στηριγµένη στο λόγο, στην αυθεντία του δασκάλου και στην «ιερότητα» της γνώσης των σχολικών εγχειριδίων (Χρυσαφίδης, 1998). Η πολυδιάσπαση των διδακτικών περιεχοµένων σε πολλούς επιµέρους επιστηµονικούς τοµείς που παρατηρείται στο σχολείο, κατακερµατίζει την ανθρώπινη σκέψη και την καθιστά αφηρηµένη, αποσπασµατική ξεκοµµένη από το πλαίσιο που τη γέννησε, άσχετη µε τις εµπειρίες των µαθητών. Σαν αποτέλεσµα οι µαθητές µην έχοντας την ευκαιρία να συλλάβουν τα κοινά σηµεία των επιστηµών, τις προεκτάσεις και τις συνέπειές τους στους άλλους επιστηµονικούς κλάδους, παραµένουν αδιάφοροι για τη γνώση αυτής της µορφής αλλά και ανίκανοι να την αξιοποιήσουν για νέες µορφές σκέψης και δράσης (Ματσαγγούρας, 2002).
Αντίθετα στην προοδευτική εκπαίδευση αυτή η προσπάθεια θεωρείται µάταιη επιδίωξη και υποστηρίζεται ότι ο µαθητής πρέπει να µάθει τον τρόπο που αποκτιέται η γνώση, να ασκεί δηλαδή τις ικανότητες που θα τον οδηγούν στην κατάκτηση της επιστηµονικής αλήθειας (Χρυσαφίδης, 1998). Στην περίπτωση αυτή µάθηση δε σηµαίνει κυρίως µετάδοση γνώσεων, αλλά αλληλεπίδραση των γεγονότων µέσα στο περιβάλλον του ανθρώπου. Το σχολείο πρέπει να είναι µαθητοκεντρικό, κοινωνιοκεντρικό και βιωµατικό, µε όλους τους συντελεστές του συµµέτοχους, χώρος ελκυστικός και όχι µόνο χώρος στερεότυπης διδασκαλίας, χώρος καλλιέργειας της δηµιουργικότητας του µαθητή (Αλαχιώτης, 2002).
Σε αυτήν την κατεύθυνση η συζήτηση για την καλύτερη οργάνωση των Αναλυτικών Προγραµµάτων Σπουδών (Α.Π.Σ.), κατευθύνεται όλο και περισσότερο προς την ολιστική και διαθεµατική προσέγγιση της γνώσης µε µεθοδολογίες ανακάλυψης, συµµετοχικές και βιωµατικές. Αυτή η προσέγγιση της γνώσης ανάγει την αποσπασµατική γνώση-που συνεπάγεται ο πλήρης διαχωρισµός των γνωστικών αντικειµένων-σε ολιστική και πραγµατική γνώση, που συνδεόµενη µε την πραγµατικότητα, αξιοποιείται στην καθηµερινή ζωή (Καρατζιά-Σταυλιώτη, 2002).
Ορολογία διαθεµατικής διδασκαλίας
Διεθνής βιβλιογραφία. Πλήθος όρων χρησιµοποιούνται στη διεθνή βιβλιογραφία για την περιγραφή αυτής της εκπαιδευτικής προσέγγισης, όπως integrated, inter-disciplinary, cross-disciplinary, multidisciplinary, pluridisciplinary, transdisciplinary (Cone, & Cone, 1999a). Οι όροι inderdisciplinary και integrated έχουν χρησιµοποιηθεί σαν συνώνυµοι αλλά και για να διαχωρίσουν κριτικά διαφορετικά αναλυτικά προγράµµατα και µοντέλα διδασκαλίας. Παρότι σε µια διεπιστηµονική προσέγγιση γίνονται συνδέσεις µεταξύ επιστηµονικών περιοχών, η ακεραιότητα των επιστηµονικών περιοχών παραµένει ευκρινής και δίνεται µεγάλη προσοχή σε µοναδικά χαρακτηριστικά και διαφορές µεταξύ τους. Σε ένα διαθεµατικό αναλυτικό πρόγραµµα οι διαφορετικές γνωστικές περιοχές χάνουν την ευκρίνειά τους µέσα σε ένα ενιαίο σύνολο.
Ελληνική βιβλιογραφία. Στον Ελλαδικό χώρο, οι όροι που χρησιµοποιήθηκαν κατά καιρούς ήταν ενιαία συγκεντρωτική διδασκαλία, συγκεντρωτική διδασκαλία, ενιαία διδασκαλία, ολική διδασκαλία, κέντρα ενδιαφέροντος, περιβαλλοντική µελέτη, διαθεµατική προσέγγιση. Από το Ματσαγγούρα (2002), προτείνονται οι ακόλουθοι ορισµοί της διεπιστηµονικότητας, της διαθεµατικότητας και της ενιαιοποίησης.
Διεπιστηµονικότητα (inter-disciplinarity): Τρόπος οργάνωσης του Α.Π.Σ., που διατηρεί τα διακριτά µαθήµατα ως πλαίσια επιλογής και διάταξης της σχολικής γνώσης, αλλά επιχειρεί µε ποικίλους τρόπους να συσχετίσει µεταξύ τους το περιεχόµενο των διακριτών µαθηµάτων.
Διαθεµατικότητα (cross-thematic integration): Τρόπος οργάνωσης του Α.Π.Σ., που καταργεί ως πλαίσια επιλογής και οργάνωσης της σχολικής γνώσης τα διακριτά µαθήµατα και αντιµετωπίζει τη γνώση ως ενιαία ολότητα, την οποία προσεγγίζει µέσα από τη (συλλογική συνήθως) διερεύνηση θεµάτων, ζητηµάτων και προβληµατικών καταστάσεων, που παρουσιάζουν µε τα κριτήρια των µαθητών ενδιαφέρον (cross curricular themes, thematic integration, unit approach, topic approach, integrated day).
Ενιαιοποίηση (integration): Αναφέρεται στην εσωτερική συνοχή και την οµαλή ροή τόσο εντός των ενοτήτων και µεταξύ των ενοτήτων του αυτού µαθήµατος που διδάσκεται σε διαφορετικές τάξεις, όσο και στις αλληλοδιάδοχες βαθµίδες εκπαίδευσης.
Σύµφωνα µε το Θεοφιλίδη (1997), διαθεµατική προσέγγιση, είναι η µορφή διδασκαλίας κατά την οποία από τη µια το περιεχόµενο διδασκαλίας ενιαιοποιείται και από την άλλη η διδασκαλία είναι εργαστηριακής και ευρηµατικής µορφής. Πρόκειται δηλαδή για µια εκπαιδευτική καινοτοµία τόσο ως προς το περιεχόµενο της διδασκαλίας όσο και ως προς τη µέθοδο εργασίας (Θεοφιλίδης, 1997).
Σχετικές θεωρίες
Περιεχόµενο διδασκαλίας κατά τη διαθεµατική προσέγγιση
Ενιαιοποίηση διδασκαλίας σηµαίνει κατάργηση των ξεχωριστών µαθηµάτων και αντικατάστασή τους από εργασία διαθεµατικής µορφής, δηλαδή εργασία που σχετίζεται συγχρόνως µε διαφορετικά µαθήµατα του αναλυτικού προγράµµατος. Με αυτόν τον τρόπο τα σχολικά µαθήµατα αλληλοσυσχετίζονται, αλληλοσυµπληρώνονται, κατανοούνται καλύτερα και η σχολική γνώση βαθµιαία ενιαιοποιείται, µε αποτέλεσµαο µαθητής να αποκτά µια ολιστική εικόνα της πραγµατικότητας. Έτσι, το ωρολόγιο πρόγραµµα στην παραδοσιακή του µορφή, δηλαδή µε σαφώς καθορισµένες χρονικές περιόδους για κάθε µάθηµα παύει να ισχύει. Όταν µια οµάδα παιδιών εργάζεται µε βάση τη διαθεµατική προσέγγιση για µια ορισµένη χρονική περίοδο, τα ξεχωριστά µαθήµατα καταργούνται για την περίοδο αυτή και η εργασία που κάνουν σχετίζεται µε δραστηριότητες διαθεµατικής µορφής (Θεοφιλίδης, 1997). Πρέπει ωστόσο να διευκρινιστεί ότι η κατάργηση των διακριτών µαθηµάτων δε σηµαίνει και κατάργηση των γνώσεων που αυτά αντιπροσωπεύουν. Τα διακριτά µαθήµατα καταργούνται ως πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης, εξακολουθούν όµως να αποτελούν το χώρο άντλησης της σχολικής γνώσης. Σε αυτήν την περίπτωση ως πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης, αντί των διακριτών µαθηµάτων, αξιοποιούνται θέµατα, ζητήµατα και προβλήµατα, που παρουσιάζουν είτε προσωπικό ενδιαφέρον για τους µαθητές είτε γενικότερο ενδιαφέρον για την κοινωνία και τον πολιτισµό (Ματσαγγούρας, 2002α).
Το επίκεντρο της διδασκαλίας και της µάθησης σε αυτά τα προγράµµατα σπουδών, γίνονται οι έννοιες που µπορούν να ληφθούν υπόψη και να εφαρµοστούν σε καινούργια αλλά σχετιζόµενα περιεχόµενα. Το θέµα γίνεται το εκφραστικό µέσο, που επιτρέπει τους µαθητές να εφαρµόσουν καινούργια γνώση σε προγενέστερη γνώση, καθώς ενοποιούν τη σκέψη τους γύρω από µεγαλύτερες ιδέες που µεταφέρονται διαµέσου του χρόνου και των πολιτισµών. Με αυτόν τον τρόπο η µελέτη θα έχει περισσότερο βάθος, σχολαστικότητα και προσωπική σχετικότητα και η διαδικασία προβληµατισµού θα έχει ένα χαρακτήρα παρακίνησης. Θα κρατάει το ενδιαφέρον των µαθητών επειδή το θέµα είναι σχετικό µε τη ζωή τους και επειδή αναπτύσσουν και υποστηρίζουν την ατοµική τους ανάλυση για το θέµα (Erickson, 1998).
Μερικές από τις θεµελιώδεις έννοιες διαφόρων επιστηµών, οι οποίες σύµφωνα µε το Διαθεµατικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραµµάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.), µπορεί να αποτελέσουν βασικούς κρίκους οριζόντιας διασύνδεσης των µαθηµάτων (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2001) είναι οι εξής:
* Αλληλεπίδραση (π.χ., συνεργασία, συλλογικότητα, σύγκρουση, εξάρτηση, ενέργεια…).
* Διάσταση (π.χ., χώρος–χρόνος…).
* Επικοινωνία (π.χ., κώδικας, συµβολισµός, πληροφορία…).
* Μεταβολή (π.χ., εξέλιξη, ανάπτυξη, περιοδικότητα…).
* Μονάδα–σύνολο (π.χ. άτοµο, µόριο, κύτταρο, προσωπικότητα, κοινότητα, κοινωνία…).
* Οµοιότητα-διαφορά (π.χ., ισότητα, οµοιότητα, διαφορά…).
* Πολιτισµός (π.χ., παράδοση, τέχνη…).
* Σύστηµα (π.χ., δοµή, ταξινόµηση, οργάνωση, ισορροπία, νόµος, κλίµακα, συµµετρία…).
Από τον Bοyer (1995) έχουν προταθεί ανάλογα θέµατα που µπορούν να αποτελέσουν βάση για την ανάπτυξη ολοκληρωµένων προγραµµάτων σπουδών όπως: ο κύκλος της ζωής, η χρήση των συµβόλων, µέλη σε οµάδες, η αίσθηση του χρόνου, ανταπόκριση στην αισθητική, σχέσεις µε τη φύση, παραγωγή και κατανάλωση, ζώντας για ένα σκοπό. Επίσης η Noddings (1992) προτείνει τα εξής θέµατα: ο εαυτός µας (υγεία, επάγγελµα, ελεύθερος χρόνος κτλ), το φυσικό περιβάλλον (ζώα, φυτά κλπ.), οι κοντινές κοινωνικές σχέσεις (οικογένεια, φίλοι, σύζυγοι), οι µακρινοί άλλοι (άλλες χώρες, άλλοι λαοί και πολιτισµοί κλπ.).